Ο ΠΕΙΣΙΣΤΡΑΤΟΣ

     Όταν, τέλος, ύστερα από τόσα παρακάλια, η γυναίκα ξάπλωσε

και σήκωσε το φόρεμά της, εγώ προτίμησα να μαζέψω τα νομίσμα-

τα που έπεσαν—κι όλα αυτά για έναν Πεισίστρατο, όπως έλεγαν

τό καφενείο όπου έπινα τά κονιάκ μου, κι ύστερα οι θαμώνες γελού-

σαν καθώς αποκοιμιόμουν στην καρέκλα, αλλά τι να `κανα, που οι

νεκροί κάθονται άγρυπνοι μες στον ύπνο μας και πρέπει να κοιμη-

θούμε και για κείνους…

PEISISTRATOS

     When, finally, after much begging the woman lied down and

lifted her dress, I chose to pick all the coins that fell; and all this

for a Peisistratos, this was the name of the café where I drank

my brandy and the patrons laughed as I fell asleep on my chair

but what could I do when the dead remained vigilant in our sleep

and we also had to sleep for them?

https://www.amazon.com/dp/B09ZVT59YW

Advertisement